βαμπακερόν
Pronunciations
בַּבָקֵירון | (βα-μπα-κε-ΡΟΝ) | listen |
Ορισμοί
βαμβακερό, που είναι φτιαγμένο από βαμβάκι
Παραδείγματα Προτάσεων
βαμπακερόν ύφασμα
Γλώσσες Προέλευσης
- Ελληνικά
Ετυμολογία
ουσ. βαμβάκιον
- Εβραίοι: Εβραίοι με διαφορετικό θρησκευτικό υπόβαθρο και συμμετοχή
- Other (please describe in Notes section)
- Μακεδονία
- Θράκη
- Ήπειρος
- Ιόνια Νησιά
- Κεντρική Ελλάδα
- Θεσσαλία
- Πελοπόννησος
- Νησιά του Αιγαίου
- Κρήτη
- Nicholas de Lange, Greek Jewish Texts from the Cairo Genizah, J. C. B. Mohr, Tubingen, 1996
Ποιοι τη Χρησιμοποιούν
Περιοχές
Λεξικά
Εναλλακτικές Ορθογραφίες
βαμβακερόν
Σημειώσεις
Λέξη καθημερινής και πρακτικής χρήση.
βλ. Ε. Κριαρά, Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας, 1100-1669, Θεσσαλονίκη; Τεγόπουλος-Φυτράκης, Ελληνικό Λεξικό, Αθήνα, Αρμονία, 1990
Επεξεργασία Λείπει κάτι από αυτή την καταχώρηση; Είναι ανακριβής; Μη διστάσετε να υποδείξετε μια τροποποίηση.